Κλουνιανοί

Κλουνιανοί
Θρησκευτική αδελφότητα του τάγματος των Βενεδικτίνων. Οι Κ. έλαβαν την ονομασία τους από το Κλινί (βλ. λ.), γαλλική πόλη στην περιοχή του Ροδανού ποταμού, ενώ η αδελφότητά τους ιδρύθηκε το 910 από τον άγιο Μπερνόν. Πραγματικός, ωστόσο, ιδρυτής των Κ. πρέπει να θεωρηθεί ο Οντόν που διαδέχτηκε τον Μπερνόν στην ηγεσία της κοινότητας. Η αδελφότητα εισήγαγε μεταρρυθμίσεις στο τάγμα των Βενεδικτίνων, αφού προσέδωσε ιδιαίτερη επισημότητα στις θρησκευτικές εορτές και απάλλαξε τα μέλη της από άσκοπες χειρωνακτικές εργασίες με απώτερο σκοπό να αφιερωθούν στο κήρυγμα και στην ανάγνωση των ψαλμών. Οι αδελφότητες των Κ. εξαπλώθηκαν γρήγορα, μέσω των μονών των Βενεδικτίνων, σε όλη την Ευρώπη (Γαλλία, Αγγλία, Πολωνία, Ουγγαρία κλπ.) γνωρίζοντας τη μεγαλύτερη άνθιση τον 13o αι. Οι ηγούμενοι του Κλινί άσκησαν σημαντική επίδραση στην πολιτική και κοινωνική ζωή της εποχής τους, σε τέτοιο σημείο, ώστε συχνά καλούνταν να διαιτητεύσουν στις διενέξεις των χριστιανών ηγεμόνων. Από τον 14o αι., όμως, ξεκίνησε μία βραδεία παρακμή των Κ., η οποία συμπορεύτηκε με την αναθεώρηση των αυστηρών κανόνων και των εθίμων που είχαν θεσπίσει οι ηγούμενοι Βερνάνδος και Ουλδέριχος. Η παρακμή εντάθηκε, κατά τον 17o αι., όταν επήλθε διχασμός ανάμεσα στους μεταρρυθμιστές και μη μεταρρυθμιστές μοναχούς (1629) και ολοκληρώθηκε πλέον στα τέλη του επόμενου αιώνα, όταν εκδόθηκε στη Γαλλία διάταγμα για την κατάργηση των Κ. και τη δήμευση της περιουσίας τους (1798). Μετά από αυτό οι Κ. διαλύθηκαν οριστικά· τελευταίος ηγούμενός τους ήταν ο καρδινάλιος Ντομινίκ ντε λα Ροσφουκό, ο οποίος πέθανε το 1800.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αβαείο — Κοινότητα μοναχών, διοικούμενη από έναν αβά. Επίσης το σύνολο των κτιρίων, όπου η κοινότητα αυτή μένει μόνιμα. Ιστορικά, η εμφάνιση των α. ως μόνιμων κοινωνικών οργανισμών, εγκατεστημένων σε ειδικά κτιριακά συγκροτήματα, συνδέεται κυρίως, αν και… …   Dictionary of Greek

  • Κλινί — (Cluny). Κωμόπολη (4.376 κάτ. το 1999) της Γαλλίας, στη Βουργουνδία, στον νομό Σον ε Λουάρ. Είναι χτισμένη στην κοιλάδα του παραποτάμου του Σηκουάνα, Γκρον. Στην κωμόπολη εδρεύουν επιχειρήσεις κατεργασίας ξυλείας και κατασκευής επίπλων, ενώ είναι …   Dictionary of Greek

  • ρομανική τέχνη — Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 12ου αι., εκδηλώθηκε στην Ευρώπη μια κίνηση για το ξαναζωντάνεμα όλων των τεχνών και πρώτα πρώτα της αρχιτεκτονικής, που πήρε το όνομα ρομανική. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την ίδια ορολογική αξία …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”